αζεριανός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ze.ɾi.aˈnos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ζε‐ρι‐α‐νός
Επίθετο
επεξεργασίααζεριανός, -ή, -ό
- άλλη μορφή του αζερικός
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία αζεριανός
→ δείτε τη λέξη αζερικός |