αγγειοχειρουργός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αγγειοχειρουργός < αγγειο- + χειρουργός
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aŋ.ɟi.o.çi.ɾuɾˈɣos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αγ‐γει‐ο‐χει‐ρουρ‐γός
Ουσιαστικό επεξεργασία
αγγειοχειρουργός αρσενικό ή θηλυκό
- (ιατρική) ο χειρουργός που ειδικεύεται στην αποκατάσταση βλαβών στα αιμοφόρα αγγεία
- άλλες μορφές: αγγειοχειρούργος
επεξεργασία
→ και δείτε τις λέξεις αγγείο και χειρουργός
Μεταφράσεις επεξεργασία
αγγειοχειρουργός
|