αγγειοχειρουργός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- αγγειοχειρουργός < αγγειο- + χειρουργός[1]
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aŋ.ɟi.o.çi.ɾuɾˈɣos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : αγ‐γει‐ο‐χει‐ρουρ‐γός
Ουσιαστικό
επεξεργασία
αγγειοχειρουργός αρσενικό ή θηλυκό
- (ιατρική, επάγγελμα) ο χειρουργός που ειδικεύεται στην αποκατάσταση βλαβών στα αιμοφόρα αγγεία
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τις λέξεις αγγείο και χειρουργός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ αγγειοχειρουργός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία
- αγγειοχειρουργός - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)