• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ένατος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ένατος η ένατη το ένατο
      γενική του ένατου της ένατης του ένατου
    αιτιατική τον ένατο την ένατη το ένατο
     κλητική ένατε ένατη ένατο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ένατοι οι ένατες τα ένατα
      γενική των ένατων των ένατων των ένατων
    αιτιατική τους ένατους τις ένατες τα ένατα
     κλητική ένατοι ένατες ένατα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  ΑριθμητικόΕπεξεργασία

ένατος, -η, -ο

  1. (τακτικό) που ακολουθεί τον όγδοο, που αντιστοιχεί στη θέση υπ' αριθμόν εννιά (9)
  2. ο ένας από τους εννιά ίσους όρους ενός συνόλου

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ένατος
  • αγγλικά : ninth (en)
  • γαλλικά : neuvième (fr)
  • ισπανικά : noveno (es)
  • ρωσικά : девятый (ru)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ένατος&oldid=5470891"
Τελευταία επεξεργασία στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 20:37
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 29 Ιανουαρίου 2022, στις 20:37.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie