Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Σταυρανθή
      γενική των Σταυρανθών
    αιτιατική τα Σταυρανθή
     κλητική Σταυρανθή
Κατηγορία όπως «αιλουροειδές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σταυρανθή < σταυρ- + άνθος, (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική crucifères

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σταυρανθή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία