Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Σαπφώ
      γενική της Σαπφώς
Σαπφούς
    αιτιατική τη Σαπφώ
     κλητική Σαπφώ
Η γενική ενικού -ούς είναι λόγια, αρχαιόπρεπη.
Για το σύγχρονο όνομα, γενική «της Σαπφώς».
Για την αρχαία Σαπφώ, και «της Σαπφούς».
Κατηγορία όπως «ηχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαπφώ < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Σαπφώ

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σαπφώ θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. ελληνίδα λυρική ποιήτρια από τη Λέσβο, ιδιαίτερα γνωστή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα για τα ποιήματά της

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Αυτή η σελίδα μπήκε στον κατάλογο των κλίσεων που χρειάζονται έλεγχο.
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Σαπφώ
      γενική τῆς Σαπφοῦς
      δοτική τῇ Σαπφοῖ
    αιτιατική τὴν Σαπφώ
Σαπφοῦν
     κλητική ! Σαπφοῖ
3η κλίση, ομάδα 'ἠχώ', Κατηγορία 'ἠχώ' όπως «ἠχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαπφώ < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σαπφώ θηλυκό (& αιολικός τύποςΨαπφώ)

  1. γυναικείο όνομα
  2. (ειδικότερα) ελληνίδα λυρική ποιήτρια από τη Λέσβο, ιδιαίτερα γνωστή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα για τα ποιήματά της

Παράγωγα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία