↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Παντερμαλής οι Παντερμαλήδες
      γενική του Παντερμαλή των Παντερμαλήδων
    αιτιατική τον Παντερμαλή τους Παντερμαλήδες
     κλητική Παντερμαλή Παντερμαλήδες
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Ραγκαβής (κλίση: μπαλωματής)» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Παντερμαλής ήδη από τον 13ο αιώνα [1] < τουρκική Bandırmalı (πατριδωνυμικό) < Bandırma (Πάνορμος)[2]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pan.deɾ.maˈlis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Πα‐ντερ‐μα‐λής

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Παντερμαλής αρσενικό (θηλυκό Παντερμαλή)

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταγραφές

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Παντερμαλής - PLP - Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit [Προσωπογραφικό λεξικό της εποχής των Παλαιολόγων] (1261-1453) στα γερμανικά. Επιμ. Trapp, Erich, Österreichische Akademie der Wissenschaften (ÖAW, Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών), τόμοι 15, 1976‑1995 (συντομογραφίες)
  2. Γεώργιος Κ. Γιαννάκης (επιμ.), Ο γλωσσικός χάρτης της Κεντρικής και Βόρειας Ελλάδας κατά την αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη: Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015. σελ. 202