Παντερμανλής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΑνορθογραφία
επεξεργασίαΠαντερμανλής αρσενικό
- (σπάνιο) λανθασμένη γραφή του επωνύμου Παντερμαλής, ιδίως αναφορικά με τον αρχαιολόγο Δημήτριο Παντερμαλή (1940-2022)
- ※ Δημήτριος Παντερμανλής, στη Β΄ τακτική έδρα της Αρχαιολογίας (15.2.1973)
- ※ Μάθαμε ότι ο κ. Παντερμανλής πριν λίγες μέρες ήταν ακόμα πιο τσαντισμένος με τη ντουντούκα
- «“Ηχορυπάνσεις” στην Ακρόπολη», Αντί 781 (7 Φεβρουαρίου 2003), σ. 10.
- ※ Ο κ. Παντερμανλής υπογράμμισε ότι «πολύ σημαντικές είναι οι έρευνες στο ιερό του Διός, όπου εκεί θα μπορέσουμε να αναπαραστήσουμε το σκηνικό των θυσιών. […]»
- «Ευρήματα που εξιστορούν την άγνωστη Θεσσαλονίκη», εφ. Μακεδονία, όπως παρατίθεται στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα· πρόσβαση: 2022-09-14.
Σημειώσεις
επεξεργασία- σε ελάχιστα παλαιά κείμενα, του 19ου αι., εμφανίζεται το επώνυμο με τη μορφή αυτή:
- ※ Τὸ σπουδαιότερον δὲ κατάστημα εἶναι τῶν Ἀποστόλου, Μηνᾶ καὶ Στυλιανοῦ Παντερμανλῆ ὡς ἀρχαιοτέρου καὶ γνωστοτάτου κυρίως ἐπὶ τιμιότητι
- Ευστράτιος Ι. Δράκος, Τα Θρακικά, ήτοι Διάλεξις περί των εκκλησιαστικών επαρχιών Σηλυβρίας, Γάνου και Χώρας, Μετρών και Αθύρων, Μυριοφύτου και Περιστάσεως, Καλλιπόλεως και Μαδύτου (Αθήνα, 1892), σ. 101. Στο Google books· πρόσβαση: 2022-09-14.
- ※ Τὸ σπουδαιότερον δὲ κατάστημα εἶναι τῶν Ἀποστόλου, Μηνᾶ καὶ Στυλιανοῦ Παντερμανλῆ ὡς ἀρχαιοτέρου καὶ γνωστοτάτου κυρίως ἐπὶ τιμιότητι