Νείλος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Νείλος | οι | Νείλοι |
γενική | του | Νείλου | των | Νείλων |
αιτιατική | τον | Νείλο | τους | Νείλους |
κλητική | Νείλε | Νείλοι | ||
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Νείλος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Νεῖλος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΝείλος αρσενικό
- ποταμός της Αφρικής, που εκβάλλει στη Μεσόγειο αφού διατρέχει πολλές χώρες καθώς είναι ο μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Γης. Κυρίως όμως έχει συνδεθεί με την Αίγυπτο.
- ↪ ο Ηρόδοτος έγραψε ότι η Αίγυπτος ήταν δώρο του Νείλου, «δῶρον τοῦ ποταμοῦ» (Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι , 2.Ευτέρπη,5.)
- ανδρικό όνομα, αγιωνύμιο, και συνθετικό τοπωνυμίων (Άγιος Νείλος)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Νείλος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Νείλος
|