Μπατσιώτης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /baˈt͡sço.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπα‐τσιώ‐της
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μπατσιώτης αρσενικό (θηλυκό Μπατσιώτισσα)
Συγγενικά επεξεργασία
- μπατσιώτης, μπατσιώτισσα
- μπατσιώτικος
- → και δείτε τη λέξη Μπατσί
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μπατσιώτης
|
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Μπατσιώτης | οι | Μπατσιώτηδες |
γενική | του | Μπατσιώτη* | των | Μπατσιώτηδων |
αιτιατική | τον | Μπατσιώτη | τους | Μπατσιώτηδες |
κλητική | Μπατσιώτη | Μπατσιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Μπατσιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Μπατσιώτης < πατριδωνυμικό Μπατσιώτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μπατσιώτης αρσενικό (θηλυκό Μπατσιώτη ή Μπατσιώτου)