Μολδαβία
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μολδαβία | οι | Μολδαβίες |
γενική | της | Μολδαβίας | των | Μολδαβιών |
αιτιατική | τη | Μολδαβία | τις | Μολδαβίες |
κλητική | Μολδαβία | Μολδαβίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Κύριο όνομαΕπεξεργασία
Μολδαβία θηλυκό
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- Μολδαβία στη Βικιπαίδεια
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
Μολδαβία
|