Μολδοβλαχία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μολδοβλαχία | οι | Μολδοβλαχίες |
γενική | της | Μολδοβλαχίας | των | Μολδοβλαχιών |
αιτιατική | τη | Μολδοβλαχία | τις | Μολδοβλαχίες |
κλητική | Μολδοβλαχία | Μολδοβλαχίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μολδοβλαχία < Μολδ(αβία) + -ο- + Βλαχία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /mol.ðo.vlaˈçi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μολ‐δο‐βλα‐χί‐α
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μολδοβλαχία θηλυκό
- (ιστορική χώρα) συμβατική, ενιαία ονομασία για τη Βλαχία και τη Μολδαβία, τις λεγόμενες και Παραδουνάβιες Ηγεμονίες των Βαλκανίων επί τουρκοκρατίας, που η ένωσή τους το 1859 απετέλεσε τη βάση για τη σύσταση της σύγχρονης Ρουμανίας
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Μολδοβλαχία