Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Κριεκούκι τα Κριεκούκια
      γενική του Κριεκουκιού των Κριεκουκιών
    αιτιατική το Κριεκούκι τα Κριεκούκια
     κλητική Κριεκούκι Κριεκούκια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Κριεκούκι < επώνυμο (άμεσο δάνειο) αρβανίτικη Kryekuqi (Κριεκούκης)[1][2]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɾi.eˈku.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κρι‐ε‐κού‐κι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Κριεκούκι ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπίρης, Κώστας (2010), Αρβανίτες: Οι Δωριείς του Ελληνισμού, Αθήνα: Μέλισσα
  2. σελ. 188 -  Ανδριώτης, Νικόλαος Π. (1950). "Συμβολή στη μορφολογία των νεοελληνικών επωνύμων". Επιστημονικές Επετηρίδες Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.  (πλοήγηση)