Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Καρινθία
      γενική της Καρινθίας
    αιτιατική την Καρινθία
     κλητική Καρινθία
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Η θέση της Καρινθίας στην Αυστρία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Καρινθία < λατινική Carinthia

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.ɾinˈθi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κα‐ριν‐θί‐α

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Καρινθία θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία