Ζεφύρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Ζεφύρι | τα | Ζεφύρια |
γενική | του | Ζεφυρίου | των | Ζεφυρίων |
αιτιατική | το | Ζεφύρι | τα | Ζεφύρια |
κλητική | Ζεφύρι | Ζεφύρια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ζεφύρι < ζέφυρ(ος) + -ι• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /zeˈfi.ɾi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζε‐φύ‐ρι
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΖεφύρι ουδέτερο
Συνώνυμα
επεξεργασία- Ζοφριά (προηγούμενη ονομασία)
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Ζεφύρι στη Βικιπαίδεια