Ζαχαράτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαχαράτος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική Ζαχαράτος < ελληνιστική κοινή Ζαχαρ(ίας) + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /za.xaˈɾa.tos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ζα‐χα‐ρά‐τος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαχαράτος αρσενικό (θηλυκό Ζαχαράτου)
- ανδρικό επώνυμο
- (ειδικότερα, στη γενική πτώση) σχετικά με παλαιότερο, ιστορικό εντευκτήριο - καφενείο της Αθήνας (1889-1958) στην Πλατεία Συντάγματος, σημείο συνάντησης και αναφοράς διανοουμένων, πολιτικών και επιχειρηματιών
- ↪ Χτες το μεσημέρι που πέρασα από του Ζαχαράτου δεν σε είδα και ανησύχησα, νόμιζα πως κάτι άσχημο θα σου έτυχε.[1]
Μεταγραφές επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ζαχαράτος < (παρωνύμιο) ζαχαράτος ή ελληνιστική κοινή Ζαχαρ(ίας) + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ζαχαράτος αρσενικό
- ανδρικό επώνυμο
- ※ 15ος αιώνας ⌘ Σάθας, Κωνσταντίνος (1877) Μεσαιωνική βιβλιοθήκη, Τόμος 6, σελ.671@books.google
- διαθήκη Ζαμπέτας Μιτώνενας, 1500 μαΐου 22 […]
Ἐγὼ Μιχάλης ὁ Ζαχαράτος παρακληθεὶς μάρτυρας.
- διαθήκη Ζαμπέτας Μιτώνενας, 1500 μαΐου 22 […]
- ※ 15ος αιώνας ⌘ Σάθας, Κωνσταντίνος (1877) Μεσαιωνική βιβλιοθήκη, Τόμος 6, σελ.671@books.google