Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας think
γ΄ ενικό ενεστώτα thinks
αόριστος thought
παθητική μετοχή thought
ενεργητική μετοχή thinking
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /θɪŋk/

  Ρήμα επεξεργασία

think (en)

  1. (μεταβατικό & αμετάβατο, όχι συνήθως στα continuous tenses) νομίζω, έχω μια συγκεκριμένη ιδέα ή άποψη για κάτι ή κάποιον
    We thought you were outside.
    Νομίζαμε ότι βρισκόσασταν έξω.
    The situation is worse than what I thought.
    Η κατάσταση είναι χειρότερη από όσο νόμιζα.
    I thought it was you, but it appears I was mistaken.
    Νόμισα ότι ήσουν εσύ, αλλά φαίνεται πως γελάστηκα.
  2. (μεταβατικό και αμετάβατο) σκέφτομαι, φαντάζομαι, θεωρώ, χρησιμοποιώ το μυαλό μου για να προσπαθήσω να λύσω προβλήματα
    I want to think about it.
    Θέλω να το σκεφτώ.
    Will you at least think about it?
    Θα το σκεφτείτε τουλάχιστον;
    To be honest, I have not thought about it like this.
    Για να είμαι ειλικρινής, δεν το έχω φανταστεί έτσι.
  3. (μεταβατικό & αμετάβατο, χωρίς παθητική φωνή) σκέφτομαι, φαντάζομαι, σχηματίζω μια ιδέα για κάτι
    Surely he will think of something.
    Σίγουρα κάτι θα σκεφτεί.
    Just think—an island paradise!
    Φαντάσου ένα παραδεισένιο νησί!
    You can’t think how glad I am to see you!
    Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χαίρομαι που σε βλέπω!
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη imagine
  4. (μεταβατικό) φαντάζομαι, υπολογίζω, αναμένω, περιμένω κάτι
    I never thought she would marry him!
    Ποτέ δε φαντάστηκα ότι θα τον παντρευόταν!
    It’s closer than I thought.
    Είναι πιο κοντά από όσο υπολόγιζα.
    We aren’t thinking dramatic changes.
    Δεν αναμένουμε εντυπωσιακές αλλαγές.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη expect
  5. (μεταβατικό και αμετάβατο) νομίζω, σαν να, χρησιμοποιείται για να δείξω αβεβαιότητα για αυτό που λέω ή για να είμαι πιο ευγενικός
    I think so.
    Έτσι νομίζω.
    I don’t think so.
    Δεν το νομίζω.
    I think we have met before.
    Σαν να έχουμε γνωριστεί/συναντηθεί και παλιότερα.
    I think you are right.
    Σαν να έχεις δίκιο.

Εκφράσεις επεξεργασία

Παράγωγα επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία