Δάφνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Δάφνα | οι | Δάφνες |
γενική | της | Δάφνας | των | Δαφνών |
αιτιατική | τη | Δάφνα | τις | Δάφνες |
κλητική | Δάφνα | Δάφνες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δάφνα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈðaf.na/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Δάφ‐να
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔάφνα θηλυκό
- κορυφή βουνού της Αττικής στην Πάρνηθα[1][2]
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Άτλας της Ελλάδος, Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, 1965, σελ. 6 του pdf
- ↑ Νίκος Νέζης, Τοπωνυμικά της Αττικής, Αθήνα: Ανάβαση, 2013, σελ. 209
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Δάφνᾰ | αἱ | Δάφναι |
γενική | τῆς | Δάφνης | τῶν | Δαφνῶν |
δοτική | τῇ | Δάφνῃ | ταῖς | Δάφναις |
αιτιατική | τὴν | Δάφνᾰν | τὰς | Δάφνᾱς |
κλητική ὦ! | Δάφνᾰ | Δάφναι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Δάφνᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Δάφναιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'γλῶσσα', Κατηγορία 'δόξα' όπως «δόξα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Δάφνα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΔάφνα θηλυκό
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- P. M. Fraser and E. Matthews 1987 Lexicon of Greek Personal Names. Vol. I: The Aegean Islands. Cyprus. Cyrenaica, Oxford: Oxford University Press