Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Γκράβα οι Γκράβες
      γενική της Γκράβας
    αιτιατική την Γκράβα τις Γκράβες
     κλητική Γκράβα Γκράβες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γκράβα < (άμεσο δάνειο) αλβανική gravë (χαράδρα)• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈɡɾa.va/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γκρά‐βα

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γκράβα θηλυκό

  1. συνοικία της Αθήνας
  2. (κτίριο) το σχολικό συγκρότημα της παραπάνω περιοχής
    ※  Λίγα είναι τα σχολεία σε ολόκληρη την Ελλάδα που έχουν γράψει ιστορία όπως το σχολικό συγκρότημα της Γκράβας στο Γαλάτσι. Κάποτε ήταν συνώνυμο των… μπελάδων. Έμπαινες εκεί μέσα μαθητούδι και έβγαινες πρύτανης. (Νίκος Δεμισιώτης, Η ιστορία του θρυλικού σχολικού συγκροτήματος της Γκράβας, newsbeast.gr, 27 Μαΐου 2018)

  Μεταφράσεις επεξεργασία