συγκρότημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία- συγκρότημα < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /siˈɡɾo.ti.ma/
- ΔΦΑ : /siŋˈɡɾo.ti.ma/
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυγκρότημα ουδέτερο
- σύνολο πολλών πραγμάτων που μοιάζουν μεταξύ τους
- συγκρότημα κατοικιών
- μουσικό συγκρότημα