Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το Γκαζοχώρι τα Γκαζοχώρια
      γενική του Γκαζοχωρίου των Γκαζοχωρίων
    αιτιατική το Γκαζοχώρι τα Γκαζοχώρια
     κλητική Γκαζοχώρι Γκαζοχώρια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γκαζοχώρι < γκάζ(ι) + -ο- + -χώρι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɡa.zoˈxo.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γκα‐ζο‐χώ‐ρι

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γκαζοχώρι ουδέτερο, (καθαρεύουσα) Γκαζοχώριον

  • (συνοικία) η παλαιότερη ονομασία της περιοχής Γκάζι στην Αθήνα
    ※  «Λαού γροθιά θα φέρει λευτεριά» – το λατρεμένο μου σύνθημα – γράφει ο Κανέλος με κόκκινη μπογιά στον τοίχο ενός συνεργείου αυτοκινήτων στο Γκαζοχώρι, κολλητά στο Φωταέριο. (Παύλος Κάγιος, Μη μ' αφήσεις να χαθώ, (Αθήνα: Καστανιώτης, 2013), σελ. 39)

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία