Γκάζι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Γκάζι < γκάζι
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈɡa.zi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γκά‐ζι
Κύριο όνομα 1 επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Γκάζι | τα | Γκάζια |
γενική | του | Γκαζιού | των | Γκαζιών |
αιτιατική | το | Γκάζι | τα | Γκάζια |
κλητική | Γκάζι | Γκάζια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Γκάζι ουδέτερο
- περιοχή της Αθήνας
- ※ Ποιος να φανταζόταν τότε ότι η Ιερά Οδός θα είχε νυχτερινά κέντρα και μπράβους και το Γκάζι θα ήταν αυτό που είναι; (Νίκος Βατόπουλος, Περπατώντας στην Αθήνα (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2018), σελ. 122)
- ≈ συνώνυμα: Γκαζοχώρι
Δείτε επίσης επεξεργασία
Κύριο όνομα 2 επεξεργασία
Γκάζι