Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική το Βανάτο
      γενική του Βανάτου
    αιτιατική το Βανάτο
     κλητική Βανάτο
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vaˈna.to/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βα‐νά‐το

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

 
Η θέση του Βανάτου με σκούρο πράσινο στον χάρτη
Βανάτο < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βανάτο ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

Βανάτο < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βανάτο ουδέτερο, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία