Αραχοβίτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.ɾa.xoˈvi.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐ρα‐χο‐βί‐της
Ετυμολογία 1
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαΑραχοβίτης αρσενικό (θηλυκό Αραχοβίτισσα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από οικισμό με το όνομα Αράχοβα ή κατοικεί εκεί
Άλλες γραφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- Αράχωβα
- αραχωβίτικος
- Αραχωβίτης (επώνυμο)
Μεταφράσεις
επεξεργασία Αραχοβίτης
|
Ετυμολογία 2
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αραχοβίτης | οι | Αραχοβίτηδες |
γενική | του | Αραχοβίτη* | των | Αραχοβίτηδων |
αιτιατική | τον | Αραχοβίτη | τους | Αραχοβίτηδες |
κλητική | Αραχοβίτη | Αραχοβίτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αραχοβίτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
- Αραχοβίτης < πατριδωνυμικό Αραχοβίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑραχοβίτης αρσενικό (θηλυκό Αραχοβίτη ή Αραχοβίτου)
Μεταγραφές
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ Αραχοβίτης - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας