Αράχωβα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Αράχωβα | οι | Αράχωβες |
γενική | της | Αράχωβας & Αραχώβης |
— | |
αιτιατική | την | Αράχωβα | τις | Αράχωβες |
κλητική | Αράχωβα | Αράχωβες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αράχωβα < → δείτε τη λέξη Αράχοβα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /aˈɾa.xo.va/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐ρά‐χω‐βα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αράχωβα θηλυκό
- (τοπωνύμιο) άλλη γραφή του Αράχοβα
- ↪ η οδός Αραχώβης
επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αράχωβα
|