↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική ο Αμαζόνιος
      γενική του Αμαζόνιου
Αμαζονίου
    αιτιατική τον Αμαζόνιο
     κλητική Αμαζόνιε
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
η λεκάνη απορροής του Αμαζονίου

  Ετυμολογία

επεξεργασία

Αμαζόνιος < πορτογαλική Amazonas[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.maˈzo.ni.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐μα‐ζό‐νι‐ος

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αμαζόνιος αρσενικό

  • ποταμός της Νότιας Αμερικής που είναι ο μεγαλύτερος σε όγκο ποταμός στον κόσμο, με πηγές στο Περού, περνά στην Κολομβία και εκβάλει στον Ατλαντικό Ωκεανό, περνώντας από τα εδάφη της Βραζιλίας
    πάνω από 3.000 είδη ψαριών ζουν στα νερά του Αμαζονίου

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)