Δείτε επίσης: αγραφιώτης

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ɣɾaˈfço.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐γρα‐φιώ‐της

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αγραφιώτης οι Αγραφιώτες
      γενική του Αγραφιώτη των Αγραφιωτών
    αιτιατική τον Αγραφιώτη τους Αγραφιώτες
     κλητική Αγραφιώτη Αγραφιώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Αγραφιώτης < Άγραφ(α) + -ιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αγραφιώτης αρσενικό

  1. (πατριδωνυμικό) αυτός που κατάγεται από τα Άγραφα ή κατοικεί εκεί (θηλυκό Αγραφιώτισσα)
    ※ 'Ὅπως σ’ ὅλη τὴ Θεσσαλία, ἔτσι καὶ στὴν ἐπαρχία Ἀγιᾶς, ἦρθαν κι ἐγκαταστάθηκαν σὲ διαδοχικὲς ἐποχὲς Ἀγραφιῶτες καὶ Ἠπειρῶτες κυνηγημένοι εἴτε απὸ τὸν Τοῦρκο, εἶτε ἀπὸ τὴ φτώχεια τῆς γῆς τοῦ τόπου τους.
    Δημ. Κ. Αγραφιώτης, «Ο Χιοναδίτης αγιογράφος Μιχαήλ Ζήκος κι η συντροφιά του στο Μεταξοχώρι Αγιάς», Ηπειρωτική Εστία, Έτος ΚΣΤ΄, τεύχος 303-304 (Ιούλιος - Αύγουστος 1977), σελ. 510
  2. ποταμός της Ευρυτανίας

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Αγραφιώτης οι Αγραφιώτηδες
      γενική του Αγραφιώτη* των Αγραφιώτηδων
    αιτιατική τον Αγραφιώτη τους Αγραφιώτηδες
     κλητική Αγραφιώτη Αγραφιώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Αγραφιώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Αγραφιώτης < πατριδωνυμικό Αγραφιώτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αγραφιώτης αρσενικό (θηλυκό Αγραφιώτη ή Αγραφιώτου)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]