Ίκαρος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ίκαρος | οι | Ίκαροι |
γενική | του | Ικάρου & Ίκαρου |
των | Ικάρων |
αιτιατική | τον | Ίκαρο | τους | Ικάρους & Ίκαρους |
κλητική | Ίκαρε | Ίκαροι | ||
Κατηγορία όπως «δάσκαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ίκαρος < αρχαία ελληνική Ἴκαρος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΊκαρος αρσενικό
- ανδρικό όνομα
- γιος του εξόριστου στην Κρήτη Αθηναίου Δαίδαλου, που από την ατυχή πτήση του πήρε το όνομά του το Ικάριο πέλαγος και το νησί της Ικαρίας
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΊκαρος αρσενικό ή θηλυκό
- ο μαθητής της σχολής Ικάρων, αυτός που σπουδάζει για να γίνει αξιωματικός της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ίκαρος στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Ίκαρος
|