πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα Άνω Λιόσια
      γενική των Άνω Λιοσίων
    αιτιατική τα Άνω Λιόσια
     κλητική Άνω Λιόσια
Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
Άνω Λιόσια < Επάνω Λιόσια[1] (< Λιόσα) < Κάτω Λιόσια,  δείτε τις λέξεις άνω και Λιόσια

Κύριο όνομα

επεξεργασία

Άνω Λιόσια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • προάστιο της Αθήνας
      Η μανιώδης αναζήτηση της αγαπημένης του έχει σαν αποτέλεσμα να ανακαλύψει ότι η Συλβάνα έχει ανέβει επίπεδο και διευθύνει έναν οίκο ανοχής στα Άνω Λιόσια.
    Γρηγόρης Αζαριάδης, Παραπλάνηση (Αθήνα: Μεταίχμιο, 2020), σ. 317.

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Βλ. Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν, τόμ. 1 (Αθήνα: Εκδόσεις Ελευθερουδάκη, 1927), σ. 320 (στον παράπλευρο χάρτη).