welcome
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | welcome |
συγκριτικός | more welcome |
υπερθετικός | most welcome |
welcome (en)
- καλοδεχούμενος, ευπρόσδεκτος, για άτομα που γίνονται δεκτά ή επιθυμούνται κάπου
- ⮡ You are always welcome at my house.
- Είσαι πάντα καλοδεχούμενος σπίτι μου.
- ⮡ I felt that I was not welcome.
- Ένιωσα ότι δεν ήμουν ευπρόσδεκτος.
- ⮡ You are always welcome at my house.
- καλοδεχούμενος, ευπρόσδεκτος, που χαίρομαι που έχω, λαμβάνω κτλ.
- ⮡ Each of your comments is welcome and contributes to the improvement of our dictionary.
- Κάθε παρατήρησή σας είναι καλοδεχούμενη και συμβάλλει στη βελτίωση του λεξικού μας.
- ⮡ Gifts are always welcome.
- Τα δώρα είναι πάντα ευπρόσδεκτα.
- ⮡ Each of your comments is welcome and contributes to the improvement of our dictionary.
- (ανεπίσημο) είμαι ελεύθερος να, ευχαρίστως να
- ⮡ You are welcome (whenever you want to and can) borrow my bike.
- Είσαι ελεύθερος (όποτε θέλεις και μπορείς) να δανειστείς το ποδήλατό μου.
- ⮡ You are welcome to use my library.
- Ευχαρίστως να χρησιμοποιήσετε τη βιβλιοθήκη μου.
- ⮡ Anyone is welcome to my share, whoever wants it.
- Ευχαρίστως να πάρει το μερίδιό μου όποιος το θέλει.
- ⮡ Anyone is welcome to (take) my share.
- Όποιος θέλει μπορεί να πάρει το μερδικό μου.
- ⮡ You are welcome (whenever you want to and can) borrow my bike.
Εκφράσεις
επεξεργασίαΕπιφώνημα
επεξεργασίαwelcome (en)
- καλώς ήρθες/καλώς ήρθατε, καλωσόρισες/καλωσορίσατε, καλώς όρισες/καλώς ορίσατε!
- ⮡ Welcome to Greece!
- Καλώς όρισες στην Ελλάδα!
- ⮡ Welcome to Greece!
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
welcome | welcomes |
welcome (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) το καλωσόρισμα
Ρήμα
επεξεργασίαενεστώτας | welcome |
γ΄ ενικό ενεστώτα | welcomes |
αόριστος | welcomed |
παθητική μετοχή | welcomed |
ενεργητική μετοχή | welcoming |
welcome (en)
- καλωσορίζω, υποδέχομαι, δέχομαι, υποδέχομαι κάποιον λέγοντάς του, «καλώς όρισες»
- ⮡ He went to the station to welcome them.
- Πήγε στο σταθμό, για να τους καλωσορίσει.
- ⮡ They welcomed her with loud cheers.
- Την υποδέχτηκαν με ζωηρές επευφημίες.
- ⮡ They welcomed us with open arms.
- Μας δέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες.
- ⮡ He went to the station to welcome them.
- γίνομαι δεκτός/αποδεκτός
- ⮡ Foreigners aren’t easily welcomed by the locals.
- Οι ξένοι δε γίνονται εύκολα αποδεκτοί από τους ντόπιους.
- ⮡ Foreigners aren’t easily welcomed by the locals.
- υποδέχομαι, χαίρομαι που λαμβάνω ή αποδέχομαι κάτι
- ⮡ They welcomed the announcement of the election triumph with cheering.
- Υποδέχτηκαν την αναγγελία του εκλογικού θριάμβου με ζητωκραυγές.
- ⮡ They welcomed the announcement of the election triumph with cheering.
Συνώνυμα
επεξεργασίαΕκφράσεις
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- welcome (adjective) - Oxford Learner's Dictionaries
- welcome (exclamation) - Oxford Learner's Dictionaries
- welcome (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- welcome (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 406. ISBN 9780194325684., λήμμα: καλοδεχούμενος