to
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΜόριο
επεξεργασίαto (en)
- να, για να, χρησιμοποιείται για να δείξει σκοπό ή πρόθεση
- ⮡ It's often difficult for me to find interesting usage examples.
- Συχνά δυσκολεύομαι να βρω ενδιαφέροντα παραδείγματα χρήσης.
- ⮡ -“Why is she going to the restaurant early?” -“To find a table.”
- -«Γιατί πηγαίνει νωρίς στο εστιατόριο;» -«Για να βρει τραπέζι.»
- ⮡ It's often difficult for me to find interesting usage examples.
- να, χρησιμοποιείται για να δείξει μια ενέργεια που θέλω ή με συμβουλεύει να κάνω
- ⮡ Yes, we want to come.
- Ναι, θέλουμε να έρθουμε.
- ⮡ Yes, we want to come.
- για να, χρησιμοποιείται για να δείξει ότι η μια ενέργεια διαδέχεται αμέσως την άλλη
- ⮡ I cook to eat.
- Μαγειρεύω για να φάω.
- ⮡ He is too young to use the internet.
- Αυτός είναι πάρα πολύ νέος για να χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο.
- ⮡ I cook to eat.
Πρόθεση
επεξεργασίαto (en)
- σε, προς την κατεύθυνση του κάτι
- μέχρι, ως το τέρμα
- ⮡ I will give you a ride to the station.
- Θα σε πετάξω μέχρι το σταθμό.
- ⮡ Should we go to my house?
- Πάμε μέχρι το σπίτι μου;
- ⮡ I will give you a ride to the station.
- σε, χρησιμοποιείται να δηλώσει το πρόσωπο ή το πράγμα που λαμβάνει κάτι
- ⮡ I sent a copy of the article to a friend.
- Έστειλα αντίγραφο του άρθρο σε ένα φίλο.
- ⮡ When will you return my books to me?
- Πότε θα μου γυρίσεις τα βιβλία μου;
- ⮡ I sent a copy of the article to a friend.
- μέχρι, χρησιμοποιείται για να δείξει το όριο μιας έκτασης ή μιας χρονικής περιόδου
- ⮡ from one to ten - από το ένα μέχρι το δέκα
- ⮡ from top to bottom - από πάνω μέχρι κάτω
- ⮡ from Friday to Monday - από την Παρασκευή μέχρι τη Δεύτερα
- ⮡ from beginning to end - από την αρχή μέχρι το τέλος
- παρά, πριν από την έναρξη κάτι
- ⮡ If I leave at twenty to six, I'll make it to the shop before it closes.
- Άμα φύγω στις έξι παρά είκοσι, θα προλάβω το μαγαζί πριν κλείσει.
- ⮡ If I leave at twenty to six, I'll make it to the shop before it closes.
- για, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι φτάνει σε μια συγκεκριμένη κατάσταση
- ⮡ Their house is to be demolished.
- Tο σπίτι τους είναι για γκρέμισμα.
- ⮡ I am going to sleep.
- Πάω για ύπνο.
- ⮡ Their house is to be demolished.
- προς, χρησιμοποιείται να δηλώσει το πρόσωπο ή το πράγμα που επηρεάζεται από μια ενέργεια
- ⮡ It is not to your advantage.
- Δεν είναι προς όφελός σου.
- ⮡ It is not to your advantage.
- με, χρησιμοποιείται για να δηλώσει μια σχέση μεταξύ ενός ατόμου ή ενός πράγματος και ενός άλλου
- ⮡ She is deeply attached to her father.
- Έχει μεγάλο δεσμό με τον πατέρα της.
- ⮡ my last link to the past - ο τελευταίος μου δεσμός με το παρελθόν
- ⮡ She is deeply attached to her father.
- για να, χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον λόγο για να κάνω κάτι
- ⮡ I spoke to him like that to scare him.
- Του μίλησα έτσι, για να φοβηθεί.
- ⮡ I spoke to him like that to scare him.
- προς, από, χρησιμοποιείται για την εισαγωγή του δεύτερου μέρους μιας σύγκρισης
- για να, προς τιμήν κάποιου/κάτι
- ⮡ Keep it, to remember me by.
- Κράτα το, για να με θυμάσαι.
- ⮡ Keep it, to remember me by.
- προς, χρησιμοποιείται να δηλώσει τη στάση ή την αντίδραση κάποιου σε κάτι
- ⮡ to my great sorrow/surprise/horror - προς μεγάλη μου λύπη/έκπληξη/φρίκη
- για, χρησιμοποιείται να δηλώσει τη γνώμη ή το συναίσθημα κάποιου για κάτι
- ⮡ To me, this is the crux of the problem.
- Για μένα αυτή είναι η ουσία του προβλήματος.
- ⮡ To me, this is the crux of the problem.
Εκφράσεις
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- to (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- to (infinitive marker/μόριο) - Oxford Learner's Dictionaries
- to (preposition) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 744. ISBN 9780194325684., λήμμα: προς
Δανικά (da)
επεξεργασίαΑριθμητικό
επεξεργασίαto (da)
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαto (eo)
Νορβηγικά (no)
επεξεργασίαΑριθμητικό
επεξεργασίαto (no)
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαto (pl)
Μόριο
επεξεργασία- χρησιμοποιείται για τονισμό της έκφρασης
- ⮡ Ta książka to dzieło życia - αυτό το βιβλίο είναι έργο ζωής
Σημειώσεις
επεξεργασία- όταν χρησιμοποιείται με αυτήν την έννοια συντάσσεται με ονομαστική
- ⮡ Anna jest Polką / Anna to Polka - η Άννα είναι Πολωνέζα
Σύνδεσμος
επεξεργασία- (δείχνει συγκατάβαση ή αποτέλεσμα) τότε
- ⮡ jeśli nie rozumiesz, to naucz się języka! - αν δεν καταλαβαίνεις τότε μάθε τη γλώσσα!
Τσεχικά (cs)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος αντωνυμίας
επεξεργασίαto (cs)
- ονομαστική και αιτιατική ενικού, ουδέτερου γένους του ten