repair
![]() |
Παρακαλούμε συμπληρώστε, τεκμηριώστε το λήμμα και βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι το λήμμα ανταποκρίνεται στα κριτήρια του Βικιλεξικού. |
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- repair < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
repair (en)
- επισκευή (η ενέργεια)
- I took the car to the workshop for repair.
- → λείπει η μετάφραση
- I took the car to the workshop for repair.
- επισκευή (το αποτέλεσμα)
- If you look closely you can see the repair in the paintwork
- → λείπει η μετάφραση
- If you look closely you can see the repair in the paintwork
- η κατάσταση (σε σχέση με την ανάγκη επισκευής)
- The car was overall in poor repair before the accident. But after the workshop had it for three weeks it was returned in excellent repair.
- → λείπει η μετάφραση
- The car was overall in poor repair before the accident. But after the workshop had it for three weeks it was returned in excellent repair.
επεξεργασία
επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
repair (en)
Συνώνυμα επεξεργασία
- mend
- remedy
- δείτε και en:Wikisaurus:repair
επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- repair < μέση αγγλική repairen, (επιστρέφω) < παλαιά γαλλική repairier < υστερολατινική repatrire (επιστρέφω στην πατρίδα μου)
Ουσιαστικό επεξεργασία
repair (en)
- το να πηγαίνει κάποιος διακοπές
- ↪ our annual repair to the mountains
- το μέρος που συχνάζει κάποιος, το στέκι
Ρήμα επεξεργασία
repair (en)
- μεταφέρομαι, πηγαίνω σε άλλο μέρος
- ※ I heard the visitors repair to their chambers. (Charlotte Bronte, Jane Eyre, 1850 [μυθιστόερημα])
- Άκουσα τους επισκέπτες που επέστρεφαν στα δωμάτιά τους.
- ※ I heard the visitors repair to their chambers. (Charlotte Bronte, Jane Eyre, 1850 [μυθιστόερημα])