reparation
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
reparation | reparations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαreparation (en)
- επανόρθωση
- αποζημίωση
- war reparations - πολεμικές αποζημιώσεις
- αποκατάσταση (επιδιόρθωση)
- the reparation of the highway
ενικός | πληθυντικός |
reparation | reparations |
reparation (en)