place
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
place | places |
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
place (en)
ΡήμαΕπεξεργασία
ενεστώτας | place |
γ΄ ενικό ενεστώτα | places |
αόριστος | placed |
παθητική μετοχή | placed |
ενεργητική μετοχή | placing |
place (en)
- τοποθετώ, βάζω κάτι κάπου
- ↪ She wanted to place the vase somewhere safe so it doesn't fall and break.
- Αυτή ήθελε να βάλει το βάζο κάπου ασφαλές για να μην πέσει και σπάσει.
- ↪ She wanted to place the vase somewhere safe so it doesn't fall and break.
ΕκφράσειςΕπεξεργασία
ΠηγέςΕπεξεργασία
- place - Cambridge Dictionary online
- place - Dictionary.com. Λήμματα από διάφορα λεξικά για την αγγλική γλώσσα. © 2019 Dictionary.com, LLC
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
place | places |
place (fr) θηλυκό