ἱμερτός
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἱμερτός < ἱμείρω → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαἱμερτός, -ή, -όν
- ποθητός, αγαπητός, επιθυμητός
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 577 (576-577)
- [ἀμφὶ δέ οἱ στεφάνους νεοθηλέας, ἄνθεα ποίης, | ἱμερτοὺς περίθηκε καρήατι Παλλὰς Ἀθήνη·]
- [Και γύρω στο κεφάλι της στεφάνια νιόβλαστα, άνθη της χλόης, | ποθητά, της έβαλε η Αθηνά Παλλάδα.]
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- [ἀμφὶ δέ οἱ στεφάνους νεοθηλέας, ἄνθεα ποίης, | ἱμερτοὺς περίθηκε καρήατι Παλλὰς Ἀθήνη·]
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘Πίνδαρος, Ὀλυμπιονίκαις, ΑΓΗΣΙᾼ ΣΥΡΑΚΟΣΙῼ ΑΠΗΝῌ, 6.6-6.7
- τίνα κεν φύγοι ὕμνον | κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις | ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς;
- και ποιον δεν θ᾽ άξιζε ύμνο | ο άντρας αυτός που βρήκε τους συμπολίτες του | να ακούσουν χωρίς φθόνο το πολυπόθητο τραγούδι;
- Μετάφραση (2004), Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
- τίνα κεν φύγοι ὕμνον | κεῖνος ἀνήρ, ἐπικύρσαις | ἀφθόνων ἀστῶν ἐν ἱμερταῖς ἀοιδαῖς;
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Σόλων, 8.2
- αὐτὸς κῆρυξ ἦλθον ἀφ᾽ ἱμερτῆς Σαλαμῖνος,
- Ήρθα με δική μου πρωτοβουλία ως κήρυκας από την αγαπημένη Σαλαμίνα,
- Μετάφραση (2012), Α.Ι. Γιαγκόπουλος-Ζ.Ε. Μαλαθούνη, @greek‑language.gr
- αὐτὸς κῆρυξ ἦλθον ἀφ᾽ ἱμερτῆς Σαλαμῖνος,
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Θεογονία, 577 (576-577)
- (το αρσ. ως κύριο όνομα) (ὁ Ἱμερτός) προσωνύμιο του Απόλλωνα και του Διονύσου
Εκφράσεις
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη ἵμερος
Πηγές
επεξεργασία- ἱμερτός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ἱμερτός - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012