ἔρος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἔρος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | ἔρος | οἱ | ἔροι |
γενική | τοῦ | ἔρου | τῶν | ἔρων |
δοτική | τῷ | ἔρῳ | τοῖς | ἔροις |
αιτιατική | τὸν | ἔρον | τοὺς | ἔρους |
κλητική ὦ! | ἔρε | ἔροι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἔρω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἔροιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
ἔρος αρσενικό ποιητικός τύπος του ἔρως
- αγάπη, έρωτας, πόθος
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 3 (γ. Ἰθακησίων ἐκκλησία καὶ Τηλεμάχου ἀποδημία.), στίχ. 67 (στίχοι 67-68)
- αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, | τοῖς ἄρα μύθων ἄρχε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ.
- Όταν εκόρεσαν τον πόθο τους για το φαΐ, για το πιοτό, | τον λόγο πήρε μεταξύ τους πρώτος ο ιππικός Γερήνιος Νέστωρ.
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο, | τοῖς ἄρα μύθων ἄρχε Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 14 (Ξ. Διὸς ἀπάτη.), στίχ. 315 (στίχοι 315-316)
- οὐ γάρ πώ ποτέ μ᾽ ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς | θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
- Ότι θεάς μήτε θνητής ποτέ παρόμοιος έρως | στα στήθη δεν μου υπόταξε στα βάθη της ψυχής μου,
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- οὐ γάρ πώ ποτέ μ᾽ ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς | θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
- ※ 7ος/6ος πκε αιώνας, ⌘Σαπφώ, Ύμνοι και Επιθαλάμια, Απόσπασμα 42
- Ἔρος δ᾽ ἐτίναξέ μοι | φρένας, ὠς ἄνεμος κὰτ ὄρος δρύσιν ἐμπέτων.
- Ο Έρωτας μού συντάραξε | το νου καθώς αγέρας όταν μες στα βουνά μ᾽ ορμή πάνω στα δέντρα πέσει.
- Μετάφραση: Ηλίας Βουτιερίδης @greek-language.gr
- Ο Έρωτας συγκλόνισε την καρδιά μου, όπως ο άνεμος που χιμά στις βελανιδιές πάνω στο βουνό.
- Μετάφραση: Ι.Ν. Καζάζης, @greek-language.gr
- Ἔρος δ᾽ ἐτίναξέ μοι | φρένας, ὠς ἄνεμος κὰτ ὄρος δρύσιν ἐμπέτων.
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 3 (γ. Ἰθακησίων ἐκκλησία καὶ Τηλεμάχου ἀποδημία.), στίχ. 67 (στίχοι 67-68)
- (ως κύριο όνομα) (Ἔρος) ο θεός του έρωτα
- → δείτε παραθέματα στο Ἔρος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαἔρος ουδέτερο απαντά μόνο ως εἶρος: ιωνικός τύπος
Σύνθετα
επεξεργασία- ἔπερος
- εὔερος: αττικός τύπος του εὔειρος
Πηγές
επεξεργασία- ἔρος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἔρος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.