ἐπίκοτος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαἐπίκοτος, -ος, -ον
- οργισμένος, εκδικητικός, μισητός
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Fr. 109, @books.google.gr
- τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ
τιθεὶς ἐρευνασάτω μεγαλάνορος Ἡσυχίας
τὸ φαιδρὸν φάος,
στάσιν ἀπὸ πραπίδος ἐπίκοτον ἀνελών,
πενίας δότειραν, ἐχθρὰν κουροτρόφον
- τὸ κοινόν τις ἀστῶν ἐν εὐδίᾳ
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας, στίχ. 786 (785-787)
- τέκνοις δ᾽ ἀρχαίας | ἐφῆκεν ἐπίκοτος τροφᾶς, | αἰαῖ, πικρογλώσσους ἀράς,
- Και για τους γιους του μέσα στο άγριο | το πάθος του, γιατί τους είχε θρέψει, | πικρόγλωσσες, αλίμονο, κατάρες βρήκε να γυρέψει·
- Μετάφραση (1911): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Φέξης @greek‑language.gr
- τέκνοις δ᾽ ἀρχαίας | ἐφῆκεν ἐπίκοτος τροφᾶς, | αἰαῖ, πικρογλώσσους ἀράς,
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Προμηθεὺς δεσμώτης, στίχ. 601 (599-601)
- σκιρτημάτων δὲ νήστισιν αἰκείαις | λαβρόσυτος ἦλθον, ‹Ἥρας› | ἐπικότοισι μήδεσι δαμεῖσα.
- κι ήρθα μ᾽ ακράτηγη φορά σκιρτώντας νηστικιά | από θεόργητες βουλές κατατρεμένη.
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- σκιρτημάτων δὲ νήστισιν αἰκείαις | λαβρόσυτος ἦλθον, ‹Ἥρας› | ἐπικότοισι μήδεσι δαμεῖσα.
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Πίνδαροςw, Fr. 109, @books.google.gr
Παράγωγα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἐπίκοτος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐπίκοτος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.