Δείτε επίσης: ακανθόχοιρος

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀκανθόχοιρος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ἀκανθόχοιρος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀκανθόχοιρος αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἀκανθόχοιρος οἱ ἀκανθόχοιροι
      γενική τοῦ ἀκανθοχοίρου τῶν ἀκανθοχοίρων
      δοτική τῷ ἀκανθοχοίρ τοῖς ἀκανθοχοίροις
    αιτιατική τὸν ἀκανθόχοιρον τοὺς ἀκανθοχοίρους
     κλητική ! ἀκανθόχοιρε ἀκανθόχοιροι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀκανθοχοίρω
γεν-δοτ τοῖν  ἀκανθοχοίροιν
2η κλίση, Κατηγορία 'θρίαμβος' όπως «θρίαμβος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀκανθόχοιρος (ελληνιστική κοινή) < ἄκανθα + χοῖρος

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀκανθόχοιρος, -ου αρσενικό (ελληνιστική κοινή)