Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ψευδολογία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ψευδολογί
α
οι
ψευδολογί
ες
γενική
της
ψευδολογί
ας
των
ψευδολογι
ών
αιτιατική
την
ψευδολογί
α
τις
ψευδολογί
ες
κλητική
ψευδολογί
α
ψευδολογί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ψευδολογία
<
αρχαία ελληνική
ψεύδος
+
-λογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ψευδολογία
θηλυκό
το να
ψευδολογεί
κανείς
ο
ψευδής
λόγος
≈
συνώνυμα
:
το
ψέμα
, το
ψευδολόγημα
Συγγενικά
επεξεργασία
ψευδολόγημα
ψευδολογικός
ψευδολογικώς
ψευδολόγος
ψευδολογώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ψευδολογία
γαλλικά
:
mensonge
(fr)
,
langage
(fr)
mensonger
(fr)
,