ψευδεπίγραφα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | ψευδεπίγραφά | ||
γενική | των | ψευδεπίγραφών | ||
αιτιατική | τα | ψευδεπίγραφά | ||
κλητική | ψευδεπίγραφά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ψευδεπίγραφα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ψευδεπίγραφος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαψευδεπίγραφα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (θρησκεία) αρχαία εβραϊκά και χριστιανικά κείμενα που παρουσιάζονται ως έργα άλλων προσώπων, συχνά προφητών ή άλλων προσώπων της Βίβλου, αλλά στην πραγματικότητα έχουν γραφτεί από άλλους συγγραφείς
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Pseudepigrapha στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία ψευδεπίγραφα