πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χρυσομαλλούσα οι χρυσομαλλούσες
      γενική της χρυσομαλλούσας
    αιτιατική τη χρυσομαλλούσα τις χρυσομαλλούσες
     κλητική χρυσομαλλούσα χρυσομαλλούσες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ΔΦΑ : /xɾi.so.maˈlu.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χρυσομαλλούσα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

χρυσομαλλούσα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία