χρυσοκυρά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- χρυσοκυρά < χρυσο- + κυρά • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /xɾi.so.ciˈɾa/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χρυ‐σο‐κυ‐ρά
Ουσιαστικό επεξεργασία
χρυσοκυρά θηλυκό
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
χρυσοκυρά
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Πηγές επεξεργασία
- Ηλίας Ιω. Καμπανάς Μονοτονικό Λεξικό της Δημοτικής: Ορθογραφικό, Ερμηνευτικό, Ετυμολογικό (Αθήνα: Οργανισμός Εκδόσεων Καμπανά 1990)