χοροστάσιο
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /xo.ɾoˈsta.sio/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : χο‐ρο‐στά‐σι‐ο
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
χοροστάσιο ουδέτερο
- (λόγιο) άλλη μορφή του χοροστάσι
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
χοροστάσιο
|