↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χλομούτσικος η χλομούτσικη το χλομούτσικο
      γενική του χλομούτσικου της χλομούτσικης του χλομούτσικου
    αιτιατική τον χλομούτσικο τη χλομούτσικη το χλομούτσικο
     κλητική χλομούτσικε χλομούτσικη χλομούτσικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χλομούτσικοι οι χλομούτσικες τα χλομούτσικα
      γενική των χλομούτσικων των χλομούτσικων των χλομούτσικων
    αιτιατική τους χλομούτσικους τις χλομούτσικες τα χλομούτσικα
     κλητική χλομούτσικοι χλομούτσικες χλομούτσικα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χλομούτσικος < χλομός + υποκοριστικό επίθημα -ούτσικος

  Επίθετο

επεξεργασία

χλομούτσικος, -η, -ο

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία