Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο χθεσινός η χθεσινή το χθεσινό
      γενική του χθεσινού της χθεσινής του χθεσινού
    αιτιατική τον χθεσινό τη χθεσινή το χθεσινό
     κλητική χθεσινέ χθεσινή χθεσινό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι χθεσινοί οι χθεσινές τα χθεσινά
      γενική των χθεσινών των χθεσινών των χθεσινών
    αιτιατική τους χθεσινούς τις χθεσινές τα χθεσινά
     κλητική χθεσινοί χθεσινές χθεσινά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

χθεσινός < μεσαιωνική ελληνική < αρχαία ελληνική χθιζινός και χθιζός < χθές < ἐχθές

  Επίθετο επεξεργασία

χθεσινός, -ή, -ό και χτεσινός

  1. για γεγονός που έγινε χτες
    η χθεσινή παρουσίαση βιβλίου είχε πολύ κόσμο
  2. για κάτι ή κάποιον όπως υπήρχε χτες
    ο χθεσινός καιρός ήταν απαίσιος αλλά σήμερα έχουμε ηλιοφάνεια
    οι χθεσινές ειδήσεις δεν αναφέρθηκαν στο περιστατικό
  3. που δημιουργήθηκε πρόσφατα
    αυτά τα ζητήματα δεν είναι χθεσινά
  4. που είναι παλιός, ξεπερασμένος, που δεν είναι πια φρέσκος
    αυτά είναι χθεσινά νέα

  Μεταφράσεις επεξεργασία