χαρτοπώλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαχαρτοπώλης < χάρτ(ης) + -ο- + -πώλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχαρτοπώλης αρσενικό (θηλυκό χαρτοπώλισσα)
χαρτοπώλης < χάρτ(ης) + -ο- + -πώλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
χαρτοπώλης αρσενικό (θηλυκό χαρτοπώλισσα)