Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το χαμσίνι τα χαμσίνια
      γενική του χαμσινιού των χαμσινιών
    αιτιατική το χαμσίνι τα χαμσίνια
     κλητική χαμσίνι χαμσίνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
Χαμσίνι στην Αίγυπτο το 2007.

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαμσίνι < (άμεσο δάνειο) αραβική خمسين (khamsin, πενήντα), o άνεμος των πενήντα ημερών + [1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /xamˈsi.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: χαμ‐σί‐νι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαμσίνι ουδέτερο

  • (άνεμος) ο δυτικός άνεμος που πνέει στη Βόρειο Αφρική και την Αραβική χερσόνησο μεταφέροντας σύννεφα άμμου από την έρημο

Άλλες μορφές επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • Khamsin στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία