↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φωσωνίδα οι φωσωνίδες
      γενική της φωσωνίδας των φωσωνίδων
    αιτιατική τη φωσωνίδα τις φωσωνίδες
     κλητική φωσωνίδα φωσωνίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φωσωνίδα < (διαχρονικό δάνειο) καθαρεύουσα φωσωνίς, από την αιτιατική φωσωνίδα < φώσων / φώσσων

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

φωσωνίδα θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία