↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο φτηνούτσικος η φτηνούτσικη
φτηνούτσικια
το φτηνούτσικο
      γενική του φτηνούτσικου της φτηνούτσικης
φτηνούτσικιας
του φτηνούτσικου
    αιτιατική τον φτηνούτσικο τη φτηνούτσικη
φτηνούτσικια
το φτηνούτσικο
     κλητική φτηνούτσικε φτηνούτσικη
φτηνούτσικια
φτηνούτσικο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι φτηνούτσικοι οι φτηνούτσικες τα φτηνούτσικα
      γενική των φτηνούτσικων των φτηνούτσικων των φτηνούτσικων
    αιτιατική τους φτηνούτσικους τις φτηνούτσικες τα φτηνούτσικα
     κλητική φτηνούτσικοι φτηνούτσικες φτηνούτσικα
Κατηγορία όπως «ζόρικος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
φτηνούτσικος < φτην(ός) + υποκοριστικό επίθημα -ούτσικος

  Επίθετο

επεξεργασία

φτηνούτσικος, -η / -ια, -ο

  • κάπως φτηνός, που θα τον θέλαμε πιο φθηνό αλλά πάλι καλά που δεν ήταν και ακριβός

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία