Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φουντουκιά οι φουντουκιές
      γενική της φουντουκιάς των φουντουκιών
    αιτιατική τη φουντουκιά τις φουντουκιές
     κλητική φουντουκιά φουντουκιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  φουντούκι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φουντουκιά θηλυκό


Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία