Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φοροπαγίδα οι φοροπαγίδες
      γενική της φοροπαγίδας των φοροπαγίδων
    αιτιατική τη φοροπαγίδα τις φοροπαγίδες
     κλητική φοροπαγίδα φοροπαγίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

φοροπαγίδα < φόρ(ος) + -ο- + παγίδα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φοροπαγίδα θηλυκό

  • (μεταφορικά) (νεολογισμός) φορολογική ρύθμιση που ενέχει κίνδυνο επιβάρυνσης των πολιτών
    ※  Εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες με ενήλικα εξαρτώμενα τέκνα στερούνται κάθε χρόνο το δικαίωμα να εισπράξουν κοινωνικά επιδόματα ή και να απαλλαγούν μερικώς από τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) ή εισπράττουν, αδίκως, σημαντικά μειωμένα ποσά επιδομάτων εξαιτίας μιας απίστευτης φοροπαγίδας, που λειτουργεί, κατά την υποβολή και εκκαθάριση των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
    Απίστευτη φοροπαγίδα για εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες με εξαρτώμενα τέκνα, 25-01-2023, συντάκτης: Γιώργος Παλαιτσάκης, @naftemporiki.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 26-05-2023

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • φοροπαγίδαΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)